Σημείο αναφοράς για την περιοχή του ιστορικού εμπορικού κέντρου της Αθήνας, πίσω από την πολυσύχναστη οδό Σταδίου, αποτελεί ο κομψός ναός του Αγίου Γεωργίου Καρύτση. Στο κέντρο της μικρής ομώνυμης πλατείας, βρίσκεται περιτριγυρισμένος από κτίρια που σχετίζονται με την πνευματική και καλλιτεχνική ζωή της πόλης.
Η ίδρυσή του ανάγεται στον 11ο αιώνα και από τότε ανήκε στη γνωστή αθηναϊκή οικογένεια Καρύτση ή Καρύκη.
Κατά την περίοδο της επανάστασης του 1821 υπέστη σημαντικές φθορές και μετά το τέλος της ήταν σχεδόν ερειπωμένος. Ωστόσο, εξακολουθούσε να λειτουργεί. Μάλιστα σε αυτόν οι Αθηναίοι εξέλεξαν αντιπροσωπεία το 1833 για να χαιρετίσει την άφιξη του βασιλιά Όθωνα στο Ναύπλιο. Η κακή κατάσταση του ναού οδήγησε τους κατοίκους της ενορίας να απευθυνθούν στον αρχιτέκτονα Λύσανδρο Καυτατζόγλου, ο οποίος στα μέσα της δεκαετίας του 1840 είχε αναλάβει την ανοικοδόμηση του ναού της Αγίας Ειρήνης στην οδό Αιόλου. Ο ναός πράγματι ανοικοδομήθηκε την περίοδο 1845-1849, σε περισσότερο «βυζαντινό» ρυθμό, με λιγότερες δυτικές επιρροές από ό,τι σε άλλους ναούς του ίδιου αρχιτέκτονα.
Ακολουθεί τον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής με τρούλο, αλλά ενδιαφέρουσα παραλλαγή αποτελεί η κεντρική πύλη από γκρίζο μάρμαρο, που στέφεται με το λευκό καμπαναριό. Στην ανέγερση του ναού χρησιμοποιήθηκαν και υλικά από το νεκροταφείο που υπήρχε στην περιοχή κατά την αρχαιότητα και τους βυζαντινούς χρόνους. Το 1849 ο θόλος κατέρρρευσε μερικώς και τότε προστέθηκαν στηρίγματα (αντηρίδες) στους πλευρικούς τοίχους.
Το 1895 κατασκευάστηκε το θαυμάσιο τέμπλο και το 1901 ο αρχιερατικός θρόνος, έργα του γνωστού ξυλογλύπτη Ιωάννη Μαγιάση. Στην αγιογράφηση του ναού έχουν συντελέσει σημαντικοί ζωγράφοι της εποχής, όπως ο Πολυχρόνης Λεμπέσης, ο Δήμος Γεωργαντάς και ο Δημήτριος Πελεκάσης. Αξιοσημείωτη λεπτομέρεια αποτελεί η ελαιογραφία της παραβολής του τυφλού, στον βόρειο τοίχο κοντά στο ιερό, που είναι έργο του αρχαιολόγου Αλέξανδρου Φιλαδελφέως, ο οποίος είχε διατελέσει έφορος αρχαιοτήτων και διευθυντής σημαντικών μουσείων.
Άγιος Γεώργιος Καρύτση
Στο ιστορικό εμπορικό κέντρο της Αθήνας, πίσω από την οδό Σταδίου, περιστοιχισμένος από υψηλά κτήρια, στέκει ο ιερός ναός του Αγίου Γεωργίου Καρύτση. Η εκκλησία αναγέρθηκε τον 11ο αιώνα από την γνωστή οικογένεια της πρωτεύουσας με το όνομα Καρύτση ή Καρύκη. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες ο πρώτος ναός οικοδομήθηκε από τον βυζαντινό στρατηγό Καρύκη. Απόγονός του ήταν ο Θεοφάνης Καρύκης, ο οποίος αναδείχθηκε το 1597 Οικουμενικός Πατριάρχης ενθρονιζόμενος στην Κωνσταντινούπολη. Ο ναός αποτελώντας σημείο αναφοράς για την πόλη της Αθήνας επελέγη στις 25 Ιανουαρίου 1833 από πεντακόσιους περίπου Αθηναίους, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν εκεί και επέλεξαν μετά από μία ταραχώδη συνεδρίαση αντιπροσώπους για τη δημογεροντία, οι οποίοι μετέβησαν στο Ναύπλιο για να υποβάλλουν τα σέβη τους στον βασιλιά Όθωνα.
Με την πάροδο του χρόνου ο αρχικός βυζαντινός ναός της οικογένειας Καρύκη καταστράφηκε και στη θέση του οι απόγονοι αποφάσισαν το 1836 να αναγείρουν νέο. Οι εργασίες ανοικοδόμησης ολοκληρώθηκαν μετά από τρία έτη το 1849. Ο αρχιτέκτονας Λύσσανδρος Καυτατζόγλου (1812-1885) ανέλαβε τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του έργου, αποδίδοντας μία τρίκλιτη θολωτή βασιλική με σταυροθόλια και τρούλλο. Η συγκεκριμένη τεχνοτροπία διακρίνει το ναό αυτό από άλλους που σχεδιάστηκαν από τον Καυτατζόγλου και εμφανίζουν σαφείς δυτικές επιρροές στη ναοδομία τους. Αυτό όμως που ξεχωρίζει στο όλο οικοδόμημα είναι η κεντρική πύλη από γκρίζο μάρμαρο, η οποία στην κορυφή της επιστέφεται από λευκό καμπαναριό.
Τα λιτά, απέριττα παράθυρα στεφανώνονται από κεραμιδί στοιχεία που διατρέχουν το καμπυλωτό άνω τμήμα τους και εναρμονίζονται με τα βυζαντινού τύπου κεραμίδια που καλύπτουν τις κόχες και τον τρούλο του ναού. Μαρμάρινα υπολείμματα από αρχαίο νεκροταφείο που υπήρχε στην περιοχή αξιοποιήθηκαν κατά την ανέγερσή του. Για άγνωστη αιτία το 1849 ο θόλος του ναού κατέρρευσε και τότε για την υποστήριξή του υιοθετήθηκε η τοποθέτηση αντηρίδων (στηριγμάτων) στους πλευρικούς τοίχους.
Εισερχόμενος ο επισκέπτης στον κυρίως ναό εντυπωσιάζεται από το ξυλόγλυπτο τέμπλο του 1895 και από το δεσποτικό Θρόνο του 1901, έργα του Ιωάννη Μανιάτη. Η λεπτεπίλεπτη τεχνική που υιοθετήθηκε κατά τη φιλοτέχνησή τους εντυπωσιάζει, καθώς ακολουθώντας τα πρότυπα της ανατολικής ξυλογλυπτικής απεικονίζει παραστάσεις από τον ορθόδοξο χριστιανικό λειτουργικό βίο με ιδιαίτερη σαφήνεια και αρμονική πλοκή.
Οι αγιογραφίες των τεσσάρων ευαγγελιστών μετά των συμβόλων τους, στα τύμπανα του Καθολικού, προερχόμενες από τον Τήνιο αγιογράφο Δήμο Γεωργαντά, ο οποίος σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον Νικηφόρο Λύτρα και στη συνέχεια στην Ακαδημία του Μονάχου πλάι στον Νικόλαο Γύζη καθηλώνουν με την εκφραστικότητά τους. Ο τρούλος κοσμείται με την ενταγμένη σε χρυσό διάκοσμο παράσταση του Παντοκράτορα, η οποία φέρει την ομώνυμη επιγραφή. Περιμετρικά μικρά ημικυκλικά παράθυρα συνεισφέρουν όχι απλά στην είσοδο του εξωτερικού φωτός αλλά στη δημιουργία μίας κατανυκτικής ατμόσφαιρας.
Η Θεοτόκος ένθρονος φέροντας στην αγκάλη της το θείο βρέφος, περιστοιχισμένη από δύο αγγέλους, ενταγμένη σε χρυσό διάκοσμο, δεσπόζει στην κόγχη του ιερού βήματος μαγνητίζοντας το βλέμμα του προσκυνητή με την επιβλητική και διεισδυτική συνάμα ματιά της. Η παράσταση αποτελεί έργο του Δημητρίου Λεμπέση εγνωσμένης αξίας αγιογράφου, ο οποίος συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικότερων ζωγράφων της εποχής στα τέλη του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου. Άξιοι αναφοράς τυγχάνουν οι τρεις Ιεράρχες, αγιογραφημένοι από τον Δημήτριο Πελεκάση, οι οποίοι με τη σεμνή και συνάμα επιβλητική παρουσία τους υπενθυμίζουν τους μεγάλους διδασκάλους της Ορθόδοξης Χριστιανικής Πίστης.
Στο βόρειο τοίχος του ναού, κοντά στο ιερό, με δυσκολία διακρίνεται μία εξαιρετικά σημαντική ελαιογραφία, «Η παραβολή του Τυφλού». Ο Ιησούς Χριστός παρίσταται στα δεξιά, ακολουθούμενος από τον κύκλο των μαθητών, να διδάσκει τη γνωστή παραβολή. Πρόκειται για δημιουργία του αρχαιολόγου Αλέξανδρου Φιλαδελφέως (1866-1955), ο οποίος διατέλεσε έφορος αρχαιοτήτων και διευθυντής σημαντικών μουσείων της πατρίδας μας, όπως της Ακροπόλεως και της Αρχαίας Ολυμπίας , ενώ υπήρξε ο ιδρυτής των μουσείων της Σικυώνας και της Νικόπολης. Η ζωγραφική απεικόνιση της παραβολής εμπεριέχει δυτικότροπα στοιχεία, τα οποία συνιστούν δάνεια στοιχεία για τον δημιουργό από τις σπουδές του στη Γερμανία.
Πληροφορίες
Επιπλέον
Διεύθυνση:
Πλατεία Καρύτση 2, Ιστορικό Κέντρο, Τ.Κ. 10561
Χρονολόγηση:
1845-1849
Περίοδος:
Νεότερη
Ιερά Μητρόπολη:
Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
Φορέας προστασίας:
Εφορεία Αρχαιοτήτων Αθηνών
Πρόσβαση:
Μετρό Στ. Σύνταγμα / Πανεπιστήμιο
Στάθμευση:
Σύστημα ελεγχόμενης στάθμευσης με κάρτα