Ο Ιερός Ναός της Παναγίας Ρόμβης βρίσκεται στην οδό Ευαγγελιστρίας 10, κοντά στη Μητρόπολη των Αθηνών και είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Πρόκειται για τρίκλιτη καμαροσκέπαστη βασιλική, που η στέγη της είναι «σύνθετη», αποτελείται δηλαδή από κυλινδρική καμάρα, που ανατολικά και δυτικά καταλήγει σε τεταρτοσφαίρια, που βαίνουν επάνω σε γωνιαίες κόγχες (ημιχώνια). Τα κλίτη της χωρίζονται με δύο σειρές κιονοστοιχιών. Είναι αρχικό κτίσμα των βυζαντινών χρόνων (ο τύπος εισήχθη στην Ελλάδα μεταξύ των ετών 700-1000), που ανακαινίστηκε στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Μεταγενέστερα, στη βόρεια πλευρά προστέθηκε δίκλιτη βασιλική. Το 1966, με δαπάνες του Τ.Α.Κ.Ε. (σήμερα Τ.Π.Ο.Ε.Κ.Ε.), στο οποίο ανήκει, και με την επίβλεψη της αρμόδιας Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, έγιναν εργασίες συντήρησης. Από την αφαίρεση των παλαιών επιχρισμάτων διαπιστώθηκε ότι η τοιχοδομία ήταν κοινής κατασκευής και αμελούς εμφάνισης, και γι’ αυτό έγιναν πάλι επιχρίσματα. Στα 1973-1974 μπροστά στη νοτιοδυτική γωνία της εκκλησίας βρέθηκαν λείψανα τοιχοποιίας, τμήμα ιωνικής βάσης, δύο τεμάχια αρράβδωτου κίονα και θραύσμα από στόμιο πιθαριού. Το σημερινό όνομα «Ρόμβη» προήλθε προφανώς από τον ανακαινιστή της (η κτίτορά της), που ανήκε στην οικογένεια Ρόμπη η Ρούμπη, δεδομένου ότι σε παλαιά αθηναϊκά συμβόλαια απαντάται το 1622 ο νοτάριος Ρούμπας.
Ιερός Ναός Παναγίας Ρόμβης
Στην καρδιά του ιστορικού εμπορικού κέντρου της Αθήνας, στην οδό Ευαγγελιστρίας, βρίσκεται ο Ιερός Ναός της Παναγίας Ρόμβης, ένας από τους ελάχιστους ναούς που διασώθηκε από τις ρυμοτομήσεις του 19ου αιώνα. Ο ναός είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου και πανηγυρίζει στις 15 Αυγούστου. Η ονομασία «Ρόμβη» προήλθε από παραφθορά του επωνύμου της αθηναϊκής αρχοντικής οικογένειας Ρόμπης κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, η οποία είχε ως οικογενειακό ναό, το ναό της Παναγίας που σώζεται σήμερα. Ο ναός που είναι κτίσμα των βυζαντινών χρόνων, 11ος αι., αλλά ανακαινίστηκε κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας, ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης καμαροσκέπαστης βασιλικής με «σύνθετη» στέγη. Αποτελείται από μία κυλινδρική καμάρα, που δυτικά και ανατολικά καταλήγει σε τεταρτοσφαίρια που βαίνουν πάνω σε γωνιαίες κόγχες. Στη βόρεια πλευρά του ναού υπάρχει μεταγενέστερο πρόσκτισμα, το οποίο χωρίζεται από αυτόν με κιονοστοιχία και υπάρχουν δύο επιμήκη διαμερίσματα, εκ των οποίων το βόρειο χρησιμοποιήθηκε κατά καιρούς ως παρεκκλήσιο. Επισκευές που πραγματοποιήθηκαν στο ναό κατά το 19ο αιώνα παραμόρφωσαν εν μέρει τις εξωτερικές του πλευρές. Το 1966, με δαπάνες του Τ.ΑΚ.Ε (σήμερα Τ.Π.Ο.Ε.Κ.Ε, Ταμείο Πρόνοιας Ορθόδοξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος) στο οποίο ανήκει και με την επίβλεψη της αρμόδιας Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων έγιναν εργασίες συντήρησης. Από την αφαίρεση παλαιών επιχρισμάτων διαπιστώθηκε ότι η τοιχοδομία ήταν κοινής κατασκευής και αμελούς εμφάνισης και για το λόγο αυτό προστέθηκαν πάλι επιχρίσματα. Στα 1973 – 1974 μπροστά στη νοτιοδυτική γωνία της εκκλησίας βρέθηκαν λείψανα τοιχοποιίας, τμήμα ιωνικής βάσης, δύο τεμάχια αρράβδωτου κίονα και θραύσμα από στόμιο πιθαριού. Στο εσωτερικό του ναού, τα τρία κλίτη χωρίζονται με δύο σειρές κιόνων από λευκό μάρμαρο. Ιδιαίτερη εντύπωση στον επισκέπτη – προσκυνητή προκαλεί το ξυλόγλυπτο τέμπλο με δύο σειρές από εικόνες του να έχουν επικαλυφθεί με ασημένιο πουκάμισο και επίχρυσα διακοσμητικά στοιχεία. Μεταξύ των δύο σειρών των εικόνων παραβάλλεται ως διακοσμητικό στοιχείο επιμήκης σειρά από επιχρυσωμένη κληματίδα με άμπελο. Ροζέτες και σχηματοποιημένα γεωμετρικά σχήματα (τετράγωνα) καλύπτουν τα ενδιάμεσα κενά της βάσης των εικόνων της κάτω σειράς. Ο θρόνος του δεσποτικού φέρει ανάλογη τεχνοτροπία με εκείνη του τέμπλου προερχόμενος προφανώς από το ίδιο εργαστήριο. Παρατηρώντας τον, η προσεκτική ματιά εστιάζει κυρίως στα επίχρυσα διακοσμητικά στοιχεία με την ενταγμένη εντός πλαισίου άμπελο και τα ανθέμια που επιστέφουν την κορυφή. Ο οκταγωνικός άμβωνας, ο οποίος οριοθετείται με αντίστοιχα παραλληλόγραμμα περιγράμματα, διακοσμημένα με χρυσά επιχρίσματα υποβαστάζεται από διαμήκη κίονα με ανάλογο διάκοσμο. Υψώνοντας το βλέμμα προς την καμαροσκέπαστη οροφή ο προσκυνητής αντικρίζει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την παράσταση του Παντοκράτορα. Η φορητή εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, με την Παναγία και τον άγγελο ασημοσκέπαστους εντυπωσιάζει, καθώς οι άγιες μορφές που περιβάλλουν τη Μητέρα του Χριστού, έχοντας στο βάθος της Αγία Πόλη της Ιερουσαλήμ, παρίστανται με λεπτότητα, αναδεικνύοντας χαρακτηριστικά της Κρητικής αγιογραφικής τέχνης. Η εικόνα της Παναγίας της Πορταΐτισσας δεσπόζει στο προσκυνητάριο περικοσμημένη με σειρά από αργυρά τάματα, δείγματα της βαθιάς πίστης των προσκυνητών στη θαυματουργή παρέμβαση της Θεοτόκου.