Αξιοθέατα

Ιστορικοί Ναοί

Συντεταγμένες: 37.973297, 23.733988

Ι. Ν. Σωτείρα Λυκοδήμου (Ρωσική Εκκλησία)

Στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Φιλελλήνων, ανάμεσα σε ψηλά σύγχρονα κτήρια δεσπόζει ο επιβλητικός ναός της Σωτείρας Λυκοδήμου, που είναι γνωστός και ως Άγιος Νικόδημος ή Ρωσική Εκκλησία. Είναι αφιερωμένος στην Αγία Τριάδα και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα βυζαντινά μνημεία της Αθήνας και ταυτόχρονα το επίκεντρο της ρωσικής κοινότητας στην πόλη.

Ο ναός κτίστηκε στις αρχές του 11ου αιώνα επάνω σε ρωμαϊκό λουτρό, το οποίο κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο είχε μετατραπεί σε βασιλική. Σημαντικές πληροφορίες για την ιστορία του αντλούμε από τα 21 χαράγματα στους τοίχους του, τα οποία μετέγραψε και δημοσίευσε ο αρχιμανδρίτης Αντωνίνος το 1874. Από αυτά διακρίνονται δύο, στη νοτιοδυτική γωνία, μάλιστα το ένα αναφέρεται στον θάνατο του πρωτοκτήτορος του ναού και δίνει τη χρονολογία 1031.

Ο ναός ήταν το καθολικό μονής και υπέστη σοβαρές ζημιές στο δυτικό τμήμα από οβίδα κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Ακρόπολης από τον Βενετό αρχιστράτηγο Μοροζίνι, το 1687. Το 1705 υπέστη νέες καταστροφές από σεισμό, ενώ το 1778 ο Τούρκος βοεβόδας Χατζή Χασεκή κατεδάφισε τον περίβολο της μονής, για να χρησιμοποιήσει το υλικό της για την οικοδόμηση του τείχους των Αθηνών. Μεγάλες καταστροφές υπέστη και κατά τη διάρκεια της Επανάστασης από τουρκικούς κανονιοβολισμούς από την Ακρόπολη. Το 1847 ο ναός παραχωρήθηκε στη ρωσική παροικία για την εξυπηρέτηση των λατρευτικών της αναγκών και τότε ξεκίνησε εκτεταμένη ανακατασκευή του με δαπάνες των Ρώσων.

Αρχιτεκτονικά ανήκει στον λεγόμενο «ηπειρωτικό οκταγωνικό» τύπο, στον οποίο ο μεγάλος τρούλος στηρίζεται σε τέσσερα ζεύγη πεσσών. Ανατολικά υπάρχει τριμερές Ιερό Βήμα και δυτικά νάρθηκας. Η τοιχοποιία του είναι κτισμένη με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα και σε ορισμένα σημεία διακοσμείται με οδοντωτές ταινίες και ψευδοκουφικά κοσμήματα, που μιμούνται την πρώτη αραβική γραφή. Το ψηλό κωδωνοστάσιο στη βορειοδυτική γωνία, το οποίο μιμείται τη βυζαντινή τοιχοποιία του ναού, προστέθηκε από τους Ρώσους τον 19ο αιώνα. Το εσωτερικό του ναού διακοσμείται με αξιόλογες τοιχογραφίες, που έγιναν από τον Βαυαρό Λουδοβίκο Θείρσιο (1825-1909), καθηγητή στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, ο οποίος εισήγαγε στην Ελλάδα τη φυσιοκρατική ναζαρηνή σχολή, που απέχει από τις αρχές της βυζαντινής παράδοσης. Το κτιστό τέμπλο του ναού είναι βαρύ και ψηλό, και κατασκευάσθηκε επίσης από τους Ρώσους στη θέση του παλαιότερου βυζαντινού.

Ιερός Ναός Αγίας Τριάδος (οδ. Φιλελλήνων)

 

Στο κέντρο της Αθήνας, εκεί που η οδός Φιλελλήνων συναντά την λεωφόρο Αμαλίας, δεσπόζει ο ναός της Παναγιάς της Σωτείρας του Λυκοδήμου ή, όπως είναι ευρέως γνωστός, ο Ρωσικός ναός της Αγίας Τριάδος. Περιστοιχισμένος από μεγάλα οικοδομήματα, ο ναός δεν έχει χάσει τίποτα από την αίγλη του χάρη στο μέγεθός του, την αρχιτεκτονική του αλλά και τους θρύλους που τον συνοδεύουν. 

Οι θρύλοι σχετίζονται με την κατακόμβη που βρίσκεται κάτω από τον ναό, με τα σκαλοπάτια της να τερματίζουν στην είσοδο ενός δικτύου στοών που διακτινίζονται με κέντρο τα έγκατα της πλατείας Συντάγματος. Ακολουθώντας τις κατακόμβες της Αγίας Τριάδος, θα συναντήσει κανείς ίχνη και λείψανα της αρχαίας ιστορίας της πόλης των Αθηνών αλλα και χώρους που χρησίμευαν ως οστεοφυλάκιο. 

Σύμφωνα με την Αρχαιολογική Υπηρεσία, στο μέρος που επιλέχτηκε να εγερθεί ο ναός, υπήρχε διδασκαλείο αφιερωμένο στο Λύκειο Απόλλωνα ενώ, επί Ρωμαιοκρατίας, στα χρόνια του Αδριανού, στεγαζόταν το λεγόμενο «βαλανείον», δηλαδή ρωμαϊκά λουτρά, τα οποία υδροδοτούσε ένας παραπόταμος του Ηριδανού.

Κατά τους βυζαντινούς χρόνους, επί αυτοκράτειρας Ειρήνης της Αθηναίας (780 – 802), χτίστηκε ένας μικρός χριστιανικός ναός, ενώ τον 11ο αιώνα ιδρύθηκε γυναικείο μοναστήρι, με το σημερινό ναό να αποτελεί το Καθολικό του μοναστηριού. 

Επί Φραγκοκρατίας και έως το 1669, το μοναστήρι πέρασε στον έλεγχο ρωμαιοκαθολικών Βενεδικτίνων μοναχών και, στη συνέχεια, επανήλθε σε χέρια ορθοδόξων μοναχών. 

Το 1778, ο Οθωμανός διοικητής της Αθήνας, Χατζή Αλής Χασεκής, κατεδάφισε το μοναστήρι προκειμένου τα υλικά να χρησιμοποιηθούν για την ανέγερση τείχους. Το Καθολικό ήταν το μόνο μέρος που διασώθηκε και γίνεται, πλέον, μετόχι της Μονής Καισαριανής. 

Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, ο ναός υπέστη τεράστιες καταστροφές, με ένα τμήμα του τρούλου καθώς και το μεγαλύτερο μέρος της βορειοανατολικής πλευράς του ναού να έχουν καταρρεύσει. 

Το 1847, το ενδιαφέρον της Ρωσικής πρεσβείας στρέφεται στο ναό του Νικοδήμου, όπως ήταν, πλέον, γνωστός ο ναός της Σωτείρας του Λυκοδήμου και ζητά την παραχώρησή του από την ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να καλύψει τις λατρευτικές ανάγκες της ρωσικής παροικίας των Αθηνών. Το αίτημα γίνεται αποδεκτό και ο ναός παραχωρείται στη ρωσική κοινότητα. Σημαντικό ρόλο στην ιστορία του αθηναϊκού αυτού μνημείου έπαιξε ο αρχιμανδρίτης και Καθηγητής της Θεολογικής Ακαδημίας του Κιέβου, Αντωνίνος, με τη μεσολάβηση του οποίου ο ναός δεν κατεδαφίστηκε, όπως είχε, αρχικά, προταθεί, αλλά αναστηλώθηκε. 

Η αναστήλωση του ναού ολοκληρώθηκε το 1855, με δαπάνη του ρωσικού κράτους. Κατά τις εργασίες, αντικαταστάθηκε το παλιό λίθινο τέμπλο από ένα νέο υψηλότερο και αναγέρθηκε το σημερινό καμπαναριό, που  δεσπόζει, και σήμερα, στον προαύλιο χώρο του ναού σύμφωνα με τα πρότυπα των βυζαντινών καμπαναριών.

Αν και, σε γενικές γραμμές, το μνημείο αποκαταστάθηκε στην παλιά του μορφή, κρίθηκε αναγκαίο να γίνουν κάποιες τροποποιήσεις, όπως το κλείσιμο των εξωτερικών ανοιγμάτων και το χτίσιμο τοίχων στις τρεις πλευρές του κεντρικού τετραγώνου του ναού, με σκοπό την καλύτερη στήριξη των τόξων, τα οποία έφεραν τον τρούλο.   

Πρόκειται για ναό βυζαντινού οκταγωνικού ρυθμού με νάρθηκα και υπερώο πάνω από τα πλαϊνά κλίτη. Σε οκταγωνικό ρυθμό, ο μεγάλος τρούλος που καλύπτει ολόκληρο τον κεντρικό χώρο του ναού, πατάει με το χαμηλό του τύμπανο σε οκτώ τόξα τα οποία, όταν διακλαδίζονται, σχηματίζουν οκτάγωνο. Με τον τρόπο αυτό, το βάρος του τρούλου μοιράζεται σε τόξα, καμάρες και πεσσούς τα οποία, με τη σειρά τους, στηρίζονται στους εσωτερικούς τοίχους σχηματίζοντας τετράγωνο με τις κεραίες του εγγεγραμμένου σταυρού και κρατούν το βάρος του τρούλου. 

Ο κυρίως χώρος του ναού μοιάζει ενιαίος, αδιάσπαστος ενώ ο προσκυνητής, ήδη από την είσοδο του ναού, μπορεί να διακρίνει τον διάκοσμο του τρούλου.

Οι τοίχοι του ναού είναι κτισμένοι με την τυπική πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία, όπου τετράπλευροι λευκοί λίθοι, συνήθως από πωρόλιθο, πλαισιώνονται από λεπτά ερυθρά τούβλα. Στη βόρεια και δυτική πλευρά του ναού, μπορεί κανείς να παρατηρήσει ζωφόρο από πλίνθους με κουφικές διακοσμήσεις (δηλαδή με εγχάρακτες διακοσμήσεις που μιμούνται γράμματα του παλαιοαραβικού αλφαβήτου) πλαισιωμένη με οδοντωτές ταινίες. Αντίστοιχη κουφική ζωφόρος υπάρχει και στο καμπαναριό. 

Στην ανατολική πλευρά του ναού, υπάρχουν τρεις αψίδες που εξωτερικά δίνουν την εντύπωση του τρίκογχου, ενώ εσωτερικά είναι ημικυκλικές. Στην κεντρική κόγχη του Ιερού Βήματος, δεσπόζει ένα τρίλοβο παράθυρο, ενώ το ύψος του υπερώου φωτίζεται από μονόλοβα και στις τρεις του πλευρές. Στη δυτική πλευρά, συναντά κανείς την κύρια ορθογώνια πύλη του ναού, εκατέρωθεν της οποίας υπάρχουν δύο μικρότερες με μαρμάρινα πλαίσια. Πάνω από τις πύλες σχηματίζονται τρία αψιδωτά παράθυρα που εγράπτονται από τούβλινα τόξα. Δύο αντίστοιχες θύρες υπάρχουν και στη βόρεια αλλά και τη νότια πλευρά.

Όσον αφορά τον τοιχογραφικό διάκοσμο του ναού, δυστυχώς, ο παλαιός δεν έμεινε αλώβητος από τους βομβαρδισμούς των Τούρκων το 1821. Η σημερινή, δυτικής τεχνοτροπίας αγιογράφηση, που αποτέλεσε μέρος των εκτεταμένων εργασιών αναστήλωσης από τους Ρώσους, είναι έργο του Καθηγητή της Σχολής Καλών Τεχνών στην Αθήνα, Λούντβιχ Τίερς (1825 - 1909), ενώ, αξιοσημείωτη είναι η απεικόνιση του Αποστόλου Παύλου με τα χαρακτηριστικά του βασιλιά Όθωνα. 

Την κόγχη καταλαμβάνει ένθρονος η Πλατυτέρα, ενώ στο τρούλο δεσπόζει ο Παντοκράτορας. Στους πεσσούς, εντός ορθογώνιων πλαισίων έχουν εικονογραφηθεί οι Πατέρες της εκκλησίας, άγιοι και ιεράρχες της εκκλησίας των Αθηνών, καθώς και Αθηναίες μάρτυρες (αγία Χριστίνα και αγία Δαρεία). Όσον αφορά το εικονογραφικό πρόγραμμα του τέμπλου, αυτό αρθρώνεται σε τρεις ζώνες.

Τέλος, σημαντικά είναι τα κειμήλια του ναού,  όπως εικόνες ή και ιερά άμφια τα οποία μεταφέρθηκαν από τους Ρώσους στην Αθήνα μετά την επανάσταση του 1917. Ιδιαίτερη θέση, μεταξύ των κειμηλίων που φυλάσσονται στο ναό, κατέχει η φορητή εικόνα του Αγίου Νικολάου, δώρο της βασίλισσας Όλγας κατά την προσκυνηματική της επίσκεψη στο ναό το 1891.                           

Πληροφορίες

Επιπλέον

Χρονολόγηση:
αρχές 11ου αιώνα

Περίοδος:
Βυζαντινή

Ιερά Μητρόπολη:
Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών

Φορέας προστασίας:
ΕΦΑ Αθηνών

Πρόσβαση:
Μετρό Σύνταγμα - Τραμ

Αξιοθέατα στη περιοχή

Αξιοθέατο στο χάρτη

Άρθρα στην ίδια περιοχή